Έμπιστος στα τσεχικά
Μετάφραση: έμπιστος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
důvěrník, spolehlivý, věrný, trusty, věrným, důvěryhodný
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμπιστος
έμπιστος συνόνυμα, έμπιστος αντίθετο, έμπιστος λεξικό γλώσσας τσεχικά, έμπιστος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- έμβολο στα τσεχικά - píst, pístu, pístové, pístní, pístem
- έμβρυο στα τσεχικά - embryo, zárodek, plod, plodu, fetus
- έμπνευση στα τσεχικά - vdechnutí, inspirace, vdechování, vdech, vnuknutí, inspirací, inspiraci
- έμπορας στα τσεχικά - obchodní, obchodník, velkoobchodník, kupec, obchodníka, obchodního
Τυχαίες λέξεις
Έμπιστος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: důvěrník, spolehlivý, věrný, trusty, věrným, důvěryhodný
Μεταφράσεις: důvěrník, spolehlivý, věrný, trusty, věrným, důvěryhodný