Αγγίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αγγίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
докосване, докосвам, допир, докоснете, докосвайте
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγίζω
αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω παιγνιοθεραπεία, αγγίζω αγγλικά, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγγίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αγαπητός στα βουλγαρικά - любим, скъп, боже, Уважаеми, скъпа, мила
- αγαπώ στα βουλγαρικά - любува, любов, обичам, обичат, обичаш, обичаме
- αγγαρεία στα βουλγαρικά - лорд, скучна работа, скучна, скучен
- αγγείο στα βουλγαρικά - ваза, вази, вазата, във ваза
Τυχαίες λέξεις
Αγγίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: докосване, докосвам, допир, докоснете, докосвайте
Μεταφράσεις: докосване, докосвам, допир, докоснете, докосвайте