Αγγίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: αγγίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
liigutama, puudutus, puudutama, puutuma, puudutage, puudutada, touch
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγίζω
αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω παιγνιοθεραπεία, αγγίζω αγγλικά, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αγγίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αγαπητός στα εσθονικά - kallis, lugupeetud, armas, dear, kallid, armsad
- αγαπώ στα εσθονικά - armastus, armastama, armastan, armastavad, love, armastad
- αγγαρεία στα εσθονικά - majapidamistöö, töörügamine, ihuma, tuupur, koristustöö, tüütu töö, ehitustööd
- αγγείο στα εσθονικά - vaas, vaasi, vaasis
Τυχαίες λέξεις
Αγγίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: liigutama, puudutus, puudutama, puutuma, puudutage, puudutada, touch
Μεταφράσεις: liigutama, puudutus, puudutama, puutuma, puudutage, puudutada, touch