Αγγίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αγγίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
допир, допирајте, допрам, допре, допираат
Αγγίζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγγίζω

αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω παιγνιοθεραπεία, αγγίζω αγγλικά, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αγγίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αγαπητός στα σλαβομακεδονικά - драги, Почитуван, Почитувани, драг, драга
  • αγαπώ στα σλαβομακεδονικά - љубов, сакам, љубовта, сакаат, сакаме
  • αγγαρεία στα σλαβομακεδονικά - скучна, скучна работа, скучна работа во
  • αγγείο στα σλαβομακεδονικά - вазна, ваза, вазната, Васе, вазни
Τυχαίες λέξεις
Αγγίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: допир, допирајте, допрам, допре, допираат