Αυθαίρετος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αυθαίρετος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
случаен, произволна, произволно, произволен, произволни
Αυθαίρετος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθαίρετος

αυθαίρετος ετυμολογία, αυθαίρετος συνώνυμο, αυθαίρετος μετάφραση, αυθαίρετος wiki, αυθαίρετος σημασία, αυθαίρετος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αυθαίρετος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αυθάδεια στα βουλγαρικά - дързост, готовност, ранно развитие, напреднало състояние
  • αυθάδης στα βουλγαρικά - дързък, Sassy, стилно, дръзка, нахално
  • αυθεντία στα βουλγαρικά - авторитет, власт, орган, органи
  • αυθεντικός στα βουλγαρικά - автентичен, автентични, автентична, автентичния, автентичната
Τυχαίες λέξεις
Αυθαίρετος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: случаен, произволна, произволно, произволен, произволни