Αυθαίρετος στα σουηδικά
Μετάφραση: αυθαίρετος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
godtycklig, godtyckliga, godtyckligt, opålitlig, av opålitlig
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθαίρετος
αυθαίρετος ετυμολογία, αυθαίρετος συνώνυμο, αυθαίρετος μετάφραση, αυθαίρετος wiki, αυθαίρετος σημασία, αυθαίρετος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αυθαίρετος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αυθάδεια στα σουηδικά - FRAMFUSIGHET, TIDIGHET, NÄSVISHET, forwardness, BEREDVILLIGHET
- αυθάδης στα σουηδικά - sassy, Den Sassy, kaxig
- αυθεντία στα σουηδικά - auktoritet, myndighet, myndigheten, myndighetens, myndighet som
- αυθεντικός στα σουηδικά - gedigen, autentisk, äkta, autentiska, autentiskt, giltig
Τυχαίες λέξεις
Αυθαίρετος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: godtycklig, godtyckliga, godtyckligt, opålitlig, av opålitlig
Μεταφράσεις: godtycklig, godtyckliga, godtyckligt, opålitlig, av opålitlig