Αυθαίρετος στα ισλανδικά

Μετάφραση: αυθαίρετος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
handahófskennt, handahófi, handahófskennda, geðþótta, handahófskenndar
Αυθαίρετος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθαίρετος

αυθαίρετος ετυμολογία, αυθαίρετος συνώνυμο, αυθαίρετος μετάφραση, αυθαίρετος wiki, αυθαίρετος σημασία, αυθαίρετος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυθαίρετος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυθάδεια στα ισλανδικά - hroki, forwardness
  • αυθάδης στα ισλανδικά - sassy
  • αυθεντία στα ισλανδικά - heimild, yfirvald, vald, stjórnvald, yfirvaldið
  • αυθεντικός στα ισλανδικά - ekta, jafngildir, ósvikin, fullgiltur, áreiðanlegur
Τυχαίες λέξεις
Αυθαίρετος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: handahófskennt, handahófi, handahófskennda, geðþótta, handahófskenndar