Αυθαίρετος στα δανικά

Μετάφραση: αυθαίρετος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vilkårlig, vilkårlige, vilkårligt, vilkårlig kørsel, vilkårlig kørsel af
Αυθαίρετος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθαίρετος

αυθαίρετος ετυμολογία, αυθαίρετος συνώνυμο, αυθαίρετος μετάφραση, αυθαίρετος wiki, αυθαίρετος σημασία, αυθαίρετος λεξικό γλώσσας δανικά, αυθαίρετος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αυθάδεια στα δανικά - forwardness
  • αυθάδης στα δανικά - sassy, frække, næsvis, fræk, Langærmet
  • αυθεντία στα δανικά - autoritet, kontor, myndighed, embede, myndigheds, myndigheder
  • αυθεντικός στα δανικά - ægte, autentiske, autentisk, gyldighed, er autentiske
Τυχαίες λέξεις
Αυθαίρετος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vilkårlig, vilkårlige, vilkårligt, vilkårlig kørsel, vilkårlig kørsel af