Αυθαίρετος στα λετονικά
Μετάφραση: αυθαίρετος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
patvaļīgs, patvaļīga, patvaļīgi, patvaļīgu, patvaļīgas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθαίρετος
αυθαίρετος ετυμολογία, αυθαίρετος συνώνυμο, αυθαίρετος μετάφραση, αυθαίρετος wiki, αυθαίρετος σημασία, αυθαίρετος λεξικό γλώσσας λετονικά, αυθαίρετος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- αυθάδεια στα λετονικά - priekšlaicīga attīstība, priekšlaicīga
- αυθάδης στα λετονικά - sassy
- αυθεντία στα λετονικά - pilnvara, amats, postenis, tiesības, autoritāte, iestāde, iestādei, ...
- αυθεντικός στα λετονικά - īsts, neviltots, autentisks, autentiski, autentiskais, autentiskiem, autentiskā
Τυχαίες λέξεις
Αυθαίρετος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: patvaļīgs, patvaļīga, patvaļīgi, patvaļīgu, patvaļīgas
Μεταφράσεις: patvaļīgs, patvaļīga, patvaļīgi, patvaļīgu, patvaļīgas