Βάγια στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βάγια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
длан, палма, палмово, дланта, палмови
Βάγια στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάγια

βάγια ζεππάτου, βάγια ταύρος, βάγια καραφεϊζη, βάγια βλάχου, βάγια νικλήτσα, βάγια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βάγια στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αύρα στα βουλγαρικά - бриз, полъх, лесно, вятър, ветрец
  • αύριο στα βουλγαρικά - утро, утре, Tomorrow, утрешния ден, утрешния
  • βάζω στα βουλγαρικά - вставка, магазин, краста, слагам, постави, сложи, изведе, ...
  • βάθος στα βουλγαρικά - дълбочина, задълбочено, задълбочен, дълбочината, задълбочени
Τυχαίες λέξεις
Βάγια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: длан, палма, палмово, дланта, палмови