Βάγια στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βάγια, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дланка, дланката, на дланка, палмови, палмово
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάγια
βάγια ζεππάτου, βάγια ταύρος, βάγια καραφεϊζη, βάγια βλάχου, βάγια νικλήτσα, βάγια λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βάγια στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αύρα στα σλαβομακεδονικά - ветре, бриз, ветрето, ветерот, ветер
- αύριο στα σλαβομακεδονικά - утре, утрешнината, иднината, утрешниот
- βάζω στα σλαβομακεδονικά - стави, се стави, го стави, го, ставен
- βάθος στα σλαβομακεδονικά - длабочина, длабочината на, длабочината, длабочина на, длабинска
Τυχαίες λέξεις
Βάγια στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: дланка, дланката, на дланка, палмови, палмово
Μεταφράσεις: дланка, дланката, на дланка, палмови, палмово