Βάγια στα πορτογαλικά

Μετάφραση: βάγια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
número, enfermeira, numerar, palma, palmeira, de palma, palm, palma da mão
Βάγια στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάγια

βάγια ζεππάτου, βάγια ταύρος, βάγια καραφεϊζη, βάγια βλάχου, βάγια νικλήτσα, βάγια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βάγια στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αύρα στα πορτογαλικά - brisa, brisa do, vento, brisa de, breeze
  • αύριο στα πορτογαλικά - túmulo, amanhã, hoje, de amanhã, futuro, amanhă
  • βάζω στα πορτογαλικά - bichano, intercalar, aplicar, venda, introduzir, armazenar, existências, ...
  • βάθος στα πορτογαλικά - profundidade, desagasalhar, profundeza, de profundidade, profundidade de, aprofundada, a profundidade
Τυχαίες λέξεις
Βάγια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: número, enfermeira, numerar, palma, palmeira, de palma, palm, palma da mão