Βάγια στα ουκρανικά
Μετάφραση: βάγια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
таїти, годувальниця, доглядальниця, пальма, кокосу, Пальмі, Палма
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάγια
βάγια ζεππάτου, βάγια ταύρος, βάγια καραφεϊζη, βάγια βλάχου, βάγια νικλήτσα, βάγια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βάγια στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αύρα στα ουκρανικά - сяєво, німб, бриз, лайка, сяяння, сяйво, сварка, ...
- αύριο στα ουκρανικά - морфологія, завтра
- βάζω στα ουκρανικά - звертатись, прищавий, невіддільно, зберегти, ставитись, склад, крамниця, ...
- βάθος στα ουκρανικά - глибина, густота, глибочінь, сила, розпал, глиб
Τυχαίες λέξεις
Βάγια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: таїти, годувальниця, доглядальниця, пальма, кокосу, Пальмі, Палма
Μεταφράσεις: таїти, годувальниця, доглядальниця, пальма, кокосу, Пальмі, Палма