Βάγια στα σουηδικά
Μετάφραση: βάγια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sköta, amma, palm, handflatan, gömma i handflatan, handleds
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάγια
βάγια ζεππάτου, βάγια ταύρος, βάγια καραφεϊζη, βάγια βλάχου, βάγια νικλήτσα, βάγια λεξικό γλώσσας σουηδικά, βάγια στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αύρα στα σουηδικά - bris, vind, vinden, brisen
- αύριο στα σουηδικά - i morgon, morgon, imorgon, morgondagens
- βάζω στα σουηδικά - nyttja, bruka, lägga, magasin, lager, förråd, hälla, ...
- βάθος στα σουηδικά - djup, djupet, djupgående, ingående
Τυχαίες λέξεις
Βάγια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sköta, amma, palm, handflatan, gömma i handflatan, handleds
Μεταφράσεις: sköta, amma, palm, handflatan, gömma i handflatan, handleds