Βαφτιστικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βαφτιστικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кръщелник, Godson
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστικός
βαπτιστικός σταυρός, βαπτιστικός σταυρός για αγόρι, βαφτιστικός 2012, βαπτιστικός σταυρός αγόρι, βαφτιστικός του σακελλαρίδη, βαφτιστικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βαφτιστικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βαφτίζω στα βουλγαρικά - кръщавам, Кристен, Christen, давам име на
- βαφτιστήρι στα βουλγαρικά - кръщелниците
- βγάζω στα βουλγαρικά - събличам, свалям
- βδελυρός στα βουλγαρικά - отвратителен, отвратително, отвратителна, грозен, ужасната
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кръщелник, Godson
Μεταφράσεις: кръщелник, Godson