Βαφτιστικός στα εσθονικά
Μετάφραση: βαφτιστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ristipoeg, partnerlus poeg, Godson
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστικός
βαπτιστικός σταυρός, βαπτιστικός σταυρός για αγόρι, βαφτιστικός 2012, βαπτιστικός σταυρός αγόρι, βαφτιστικός του σακελλαρίδη, βαφτιστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, βαφτιστικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βαφτίζω στα εσθονικά - ristima, Christen, nime andma, nimeks andma, Kasta
- βαφτιστήρι στα εσθονικά - ristilaps, godchildren, ristilast
- βγάζω στα εσθονικά - tingima, järeldama, doff, Riietama yltään
- βδελυρός στα εσθονικά - ilge, jube, jälestusväärne, võigas, kole, kohutav, jubedat, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ristipoeg, partnerlus poeg, Godson
Μεταφράσεις: ristipoeg, partnerlus poeg, Godson