Βαφτιστικός στα ιταλικά
Μετάφραση: βαφτιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
figlioccio, Godson, il figlioccio, figlioccio di
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστικός
βαπτιστικός σταυρός, βαπτιστικός σταυρός για αγόρι, βαφτιστικός 2012, βαπτιστικός σταυρός αγόρι, βαφτιστικός του σακελλαρίδη, βαφτιστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, βαφτιστικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- βαφτίζω στα ιταλικά - battezzare, Christen, battezza
- βαφτιστήρι στα ιταλικά - figliocci, figlioccio, i figliocci
- βγάζω στα ιταλικά - togliersi, doff
- βδελυρός στα ιταλικά - odioso, ripugnante, orribile, abominevole, ributtante, orrendo, orrenda
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: figlioccio, Godson, il figlioccio, figlioccio di
Μεταφράσεις: figlioccio, Godson, il figlioccio, figlioccio di