Βαφτιστικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: βαφτιστικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
afilhado, Godson, do Godson, o Godson, Godson do
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστικός
βαπτιστικός σταυρός, βαπτιστικός σταυρός για αγόρι, βαφτιστικός 2012, βαπτιστικός σταυρός αγόρι, βαφτιστικός του σακελλαρίδη, βαφτιστικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βαφτιστικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- βαφτίζω στα πορτογαλικά - Christen, batizar, kristen, christen o
- βαφτιστήρι στα πορτογαλικά - afilhados, godchildren, afilhado, afilhadas
- βγάζω στα πορτογαλικά - despir, doff
- βδελυρός στα πορτογαλικά - abominável, repugnante, hediondo, medonho, horrível, hedionda, terrível
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: afilhado, Godson, do Godson, o Godson, Godson do
Μεταφράσεις: afilhado, Godson, do Godson, o Godson, Godson do