Βαφτιστικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: βαφτιστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
krikštasūnis, anūkas, Krustdēls, Chrześniak, Kryželiu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστικός
βαπτιστικός σταυρός, βαπτιστικός σταυρός για αγόρι, βαφτιστικός 2012, βαπτιστικός σταυρός αγόρι, βαφτιστικός του σακελλαρίδη, βαφτιστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βαφτιστικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- βαφτίζω στα λιθουανικά - krikštyti, pakrikštyti, Christen, duoti pravardę, duoti vardą
- βαφτιστήρι στα λιθουανικά - Chrześniacy
- βγάζω στα λιθουανικά - Mesti, Doff, Noģērbt, Muskać
- βδελυρός στα λιθουανικά - šlykštus, bjaurus, baisus, Obrzydliwy, bjaurinti
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: krikštasūnis, anūkas, Krustdēls, Chrześniak, Kryželiu
Μεταφράσεις: krikštasūnis, anūkas, Krustdēls, Chrześniak, Kryželiu