Ετυμολογία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ετυμολογία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
етимология, етимологията
Ετυμολογία στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετυμολογία

ετυμολογία λέξεων online, ετυμολογία επιθέτου, ετυμολογία αλέξανδρος, ετυμολογία αρχέγονος, ετυμολογία με κάρτες, ετυμολογία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ετυμολογία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ετοιμότητα στα βουλγαρικά - готовност, готовността, готовността на, готовността си, на готовност
  • ετυμηγορία στα βουλγαρικά - присъда, присъдата, решение, произнесе
  • ευάερος στα βουλγαρικά - ефирен, проветрив, проветриво, въздушносъхнещи, ефирни
  • ευάλωτος στα βουλγαρικά - уязвим, уязвими, уязвима, уязвимо, уязвимите
Τυχαίες λέξεις
Ετυμολογία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: етимология, етимологията