Ετυμολογία στα ουγγρικά
Μετάφραση: ετυμολογία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
etimológia, etimológiája, etimológiát, etimológiáját, etymology
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετυμολογία
ετυμολογία λέξεων online, ετυμολογία επιθέτου, ετυμολογία αλέξανδρος, ετυμολογία αρχέγονος, ετυμολογία με κάρτες, ετυμολογία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ετυμολογία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ετοιμότητα στα ουγγρικά - készség, készenlét, készen, készségét, készen áll
- ετυμηγορία στα ουγγρικά - ítélet, verdikt, vélemény, ítéletet, döntés, ítéletét, ítélete
- ευάερος στα ουγγρικά - komolytalan, levegős, tágas, szellős, légies, könnyed
- ευάλωτος στα ουγγρικά - támadható, sebezhető, veszélyeztetett, sérülékeny, kiszolgáltatott, érzékeny
Τυχαίες λέξεις
Ετυμολογία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: etimológia, etimológiája, etimológiát, etimológiáját, etymology
Μεταφράσεις: etimológia, etimológiája, etimológiát, etimológiáját, etymology