Ετυμολογία στα πολωνικά

Μετάφραση: ετυμολογία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
etymologia, źródłosłów, etymologii, etymology, etymologię
Ετυμολογία στα πολωνικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετυμολογία

ετυμολογία λέξεων online, ετυμολογία επιθέτου, ετυμολογία αλέξανδρος, ετυμολογία αρχέγονος, ετυμολογία με κάρτες, ετυμολογία λεξικό γλώσσας πολωνικά, ετυμολογία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ετοιμότητα στα πολωνικά - raźność, czujność, gotowość, gotowości, gotowość do, gotowością, gotowości do
  • ετυμηγορία στα πολωνικά - wyrok, opinia, werdykt, grynszpan, orzeczenie, werdyktu, sąd
  • ευάερος στα πολωνικά - lekki, próżny, beztroski, zwiewny, lekkomyślny, powietrzny, przewiewny, ...
  • ευάλωτος στα πολωνικά - bezbronny, czuły, odsłonięty, wrażliwy, narażone, podatne, podatny, ...
Τυχαίες λέξεις
Ετυμολογία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: etymologia, źródłosłów, etymologii, etymology, etymologię