Ετυμολογία στα φινλανδικά

Μετάφραση: ετυμολογία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
etymologia, sananselitysoppi, etymologian, etymologiasta, etymology, sanan alkuperä
Ετυμολογία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετυμολογία

ετυμολογία λέξεων online, ετυμολογία επιθέτου, ετυμολογία αλέξανδρος, ετυμολογία αρχέγονος, ετυμολογία με κάρτες, ετυμολογία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ετυμολογία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ετοιμότητα στα φινλανδικά - valppaus, vireys, valmius, valmiutta, valmiutensa, valmiudesta, valmiuden
  • ετυμηγορία στα φινλανδικά - tuomio, tuomion, tuomiosta, tuomiota, päätös
  • ευάερος στα φινλανδικά - tyhjänpäiväinen, poikue, ilmava, ilmavia, ilmavat, ilmavassa, ilmavan
  • ευάλωτος στα φινλανδικά - haavoittuva, arka, hellä, herkkä, haavoittuvia, alttiita, haavoittuvien, ...
Τυχαίες λέξεις
Ετυμολογία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: etymologia, sananselitysoppi, etymologian, etymologiasta, etymology, sanan alkuperä