Ετυμολογία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ετυμολογία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
etimologia, etymology, a etimologia
Ετυμολογία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετυμολογία

ετυμολογία λέξεων online, ετυμολογία επιθέτου, ετυμολογία αλέξανδρος, ετυμολογία αρχέγονος, ετυμολογία με κάρτες, ετυμολογία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ετυμολογία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ετοιμότητα στα πορτογαλικά - prontidão, disponibilidade, disposição, preparação, a disponibilidade
  • ετυμηγορία στα πορτογαλικά - veredicto, veredito, sentença, decisão, veredicto de
  • ευάερος στα πορτογαλικά - arejado, arejados, arejada, airy
  • ευάλωτος στα πορτογαλικά - vulnerável, vulneráveis, vulnerabilidade
Τυχαίες λέξεις
Ετυμολογία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: etimologia, etymology, a etimologia