Ετυμολογία στα λιθουανικά

Μετάφραση: ετυμολογία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
etimologija, etimologiją, etimologijos, neskirta
Ετυμολογία στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετυμολογία

ετυμολογία λέξεων online, ετυμολογία επιθέτου, ετυμολογία αλέξανδρος, ετυμολογία αρχέγονος, ετυμολογία με κάρτες, ετυμολογία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ετυμολογία στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ετοιμότητα στα λιθουανικά - pasirengimas, pasirengimą, parengtis, parengties, pasirengimo
  • ετυμηγορία στα λιθουανικά - verdiktas, nuosprendis, nuosprendį, sprendimas, verdiktą
  • ευάερος στα λιθουανικά - erdvus, erdvūs, erdviame, erdvios
  • ευάλωτος στα λιθουανικά - pažeidžiamas, pažeidžiami, pažeidžiamos, pažeidžiama, pažeidžiamų
Τυχαίες λέξεις
Ετυμολογία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: etimologija, etimologiją, etimologijos, neskirta