Κοινοβουλευτικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κοινοβουλευτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
парламентарен, парламентарна, парламентарната, парламентарния, парламентарно
Κοινοβουλευτικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοινοβουλευτικός

κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος πασοκ, κοινοβουλευτικός συνεργάτης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος εδεκ, κοινοβουλευτικός έλεγχος μεσα, κοινοβουλευτικός έλεγχος ορισμος, κοινοβουλευτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κοινοβουλευτικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κοιμάμαι στα βουλγαρικά - сън, съня, на съня, на сън, заспиване
  • κοινά στα βουλγαρικά - третото съсловие, провизии, народът, Комънс, Commons
  • κοινοβούλιο στα βουλγαρικά - парламент, парламента, Парламентът, на Парламента
  • κοινοπολιτεία στα βουλγαρικά - република, федерация, сдружение, Commonwealth, Британската общност, на Британската общност
Τυχαίες λέξεις
Κοινοβουλευτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: парламентарен, парламентарна, парламентарната, парламентарния, парламентарно