Κοινοβουλευτικός στα σουηδικά
Μετάφραση: κοινοβουλευτικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
parlamentarisk, parlamentariskt, parlamentariska, parlaments, parlamentets
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινοβουλευτικός
κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος πασοκ, κοινοβουλευτικός συνεργάτης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος εδεκ, κοινοβουλευτικός έλεγχος μεσα, κοινοβουλευτικός έλεγχος ορισμος, κοινοβουλευτικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, κοινοβουλευτικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κοιμάμαι στα σουηδικά - sova, sömn, restaurangerna, sömnen
- κοινά στα σουηδικά - vanligt, commons, allmänningar, samfälligheter, allmänning
- κοινοβούλιο στα σουηδικά - riksdag, parlament, parlamentet, riksdagen, parlamentets
- κοινοπολιτεία στα σουηδικά - republik, samväldet, Commonwealth, samvälde, commonwealthen
Τυχαίες λέξεις
Κοινοβουλευτικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: parlamentarisk, parlamentariskt, parlamentariska, parlaments, parlamentets
Μεταφράσεις: parlamentarisk, parlamentariskt, parlamentariska, parlaments, parlamentets