Κοινοβουλευτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κοινοβουλευτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
parlamentar, parlamentares, legislatura, do Parlamento
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινοβουλευτικός
κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος πασοκ, κοινοβουλευτικός συνεργάτης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος εδεκ, κοινοβουλευτικός έλεγχος μεσα, κοινοβουλευτικός έλεγχος ορισμος, κοινοβουλευτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κοινοβουλευτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κοιμάμαι στα πορτογαλικά - dormir, matar, sono, do sono, o sono, de sono
- κοινά στα πορτογαλικά - commons, comuns, bens comuns, terras comuns, bem comum
- κοινοβούλιο στα πορτογαλικά - parlamento, assembleia, do Parlamento, o Parlamento, parliament, parlamentar
- κοινοπολιτεία στα πορτογαλικά - república, democracia, comunidade, Commonwealth, da Commonwealth, nação
Τυχαίες λέξεις
Κοινοβουλευτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: parlamentar, parlamentares, legislatura, do Parlamento
Μεταφράσεις: parlamentar, parlamentares, legislatura, do Parlamento