Κοινοβουλευτικός στα πολωνικά
Μετάφραση: κοινοβουλευτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sejmowy, parlamentarny, poselski, parlamentarna, parlamentarnej, parlamentarne
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινοβουλευτικός
κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος πασοκ, κοινοβουλευτικός συνεργάτης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος εδεκ, κοινοβουλευτικός έλεγχος μεσα, κοινοβουλευτικός έλεγχος ορισμος, κοινοβουλευτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, κοινοβουλευτικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κοιμάμαι στα πολωνικά - zaśnięcie, spać, odsypiać, wstrzymać, sypiać, pomieścić, sen, ...
- κοινά στα πολωνικά - potocznie, średnio, zwykle, lud, fotografia, świetlicy, commons, ...
- κοινοβούλιο στα πολωνικά - sejm, parlament, Parlamentu, parliament, parlamencie
- κοινοπολιτεία στα πολωνικά - federacja, wspólnota, republika, spółka, Commonwealth, Rzeczpospolita, wspólnotą, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοινοβουλευτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: sejmowy, parlamentarny, poselski, parlamentarna, parlamentarnej, parlamentarne
Μεταφράσεις: sejmowy, parlamentarny, poselski, parlamentarna, parlamentarnej, parlamentarne