Στρες στα βουλγαρικά
Μετάφραση: στρες, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
давление, стрес, стреса, напрежение, на стреса, на стрес
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρες
στρες και αρρυθμιες, στρες και ανοσοποιητικο, στρες και εντερο, στρες συνωνυμα, στρες αγχος συμπτωματα, στρες λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στρες στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- στρατώνας στα βουλγαρικά - казарма, барака, Barrack, бараката, барака номер
- στρεβλώνω στα βουλγαρικά - туист, извиване, изкривяване, неочакван обрат, извъртане
- στριγγλίζω στα βουλγαρικά - крик, изписка, изпищя, потрепери, изкрещя, маса се сгърчи
- στριγκλίζω στα βουλγαρικά - крик, виза, писък, скърцане като, издавам стържещ звук, остър шум
Τυχαίες λέξεις
Στρες στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: давление, стрес, стреса, напрежение, на стреса, на стрес
Μεταφράσεις: давление, стрес, стреса, напрежение, на стреса, на стрес