Στρες στα γερμανικά

Μετάφραση: στρες, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spannung, betonen, betonung, unterstreichen, belastung, beanspruchung, Stress, Belastung, Spannung, Beanspruchung
Στρες στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρες

στρες και αρρυθμιες, στρες και ανοσοποιητικο, στρες και εντερο, στρες συνωνυμα, στρες αγχος συμπτωματα, στρες λεξικό γλώσσας γερμανικά, στρες στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • στρατώνας στα γερμανικά - kaserne, Baracke, Kaserne, Kasernen, Baracken
  • στρεβλώνω στα γερμανικά - deformieren, Twist, Wendung, Dreh, Drall, Drehung
  • στριγγλίζω στα γερμανικά - gejammer, kreischen, bejammern, ruf, geschrei, schrei, schreien, ...
  • στριγκλίζω στα γερμανικά - witz, brüllen, ruf, geschrei, scherz, gellen, schreien, ...
Τυχαίες λέξεις
Στρες στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: spannung, betonen, betonung, unterstreichen, belastung, beanspruchung, Stress, Belastung, Spannung, Beanspruchung