Στρες στα ισλανδικά
Μετάφραση: στρες, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
streitu, streita, álag, álagi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρες
στρες και αρρυθμιες, στρες και ανοσοποιητικο, στρες και εντερο, στρες συνωνυμα, στρες αγχος συμπτωματα, στρες λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στρες στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στρατώνας στα ισλανδικά - Barrack, braggaskemmu
- στρεβλώνω στα ισλανδικά - afbaka, snúa, snúið, toga, snúningur
- στριγγλίζω στα ισλανδικά - æpa, öskur, vola, shrilled
- στριγκλίζω στα ισλανδικά - öskur, æpa, hljóða, screech
Τυχαίες λέξεις
Στρες στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: streitu, streita, álag, álagi
Μεταφράσεις: streitu, streita, álag, álagi