Στρες στα τσεχικά

Μετάφραση: στρες, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pnutí, napětí, napjatost, akcent, přízvuk, důraz, nápor, zdůrazňovat, tlak, zdůraznit, akcentovat, podtrhnout, stres, namáhání, stressu
Στρες στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρες

στρες και αρρυθμιες, στρες και ανοσοποιητικο, στρες και εντερο, στρες συνωνυμα, στρες αγχος συμπτωματα, στρες λεξικό γλώσσας τσεχικά, στρες στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • στρατώνας στα τσεχικά - kasárna, pokřikovat, Barrack, barák, kasárny, baráku
  • στρεβλώνω στα τσεχικά - pokroutit, zkreslit, zkřivit, zkomolit, zkreslovat, zkroutit, překroutit, ...
  • στριγγλίζω στα τσεχικά - volání, nářek, bědování, vřeštět, jek, oplakávat, křičet, ...
  • στριγκλίζω στα τσεχικά - řev, křičet, křik, skučení, vykřiknout, výkřik, zakřičet, ...
Τυχαίες λέξεις
Στρες στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pnutí, napětí, napjatost, akcent, přízvuk, důraz, nápor, zdůrazňovat, tlak, zdůraznit, akcentovat, podtrhnout, stres, namáhání, stressu