Στρες στα πολωνικά

Μετάφραση: στρες, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
naciskać, napięcie, akcent, zaakcentować, stres, podkreślać, ciśnienie, naprężenie, wypunktować, akcentować, nacisk, stresu, naprężenia
Στρες στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρες

στρες και αρρυθμιες, στρες και ανοσοποιητικο, στρες και εντερο, στρες συνωνυμα, στρες αγχος συμπτωματα, στρες λεξικό γλώσσας πολωνικά, στρες στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • στρατώνας στα πολωνικά - koszarowanie, koszara, koszary, barak, baraku, barrack, barakiem
  • στρεβλώνω στα πολωνικά - zniekształcać, wykrzywiać, wypaczać, zniekształcić, wykrzywić, wypaczyć, przekręcać, ...
  • στριγγλίζω στα πολωνικά - wycie, skarga, wrzask, wrzeszczeć, jazgotać, płacz, płakać, ...
  • στριγκλίζω στα πολωνικά - krzyk, wrzask, ryk, pisk, piszczeć, jazgotać, wykrzykiwać, ...
Τυχαίες λέξεις
Στρες στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: naciskać, napięcie, akcent, zaakcentować, stres, podkreślać, ciśnienie, naprężenie, wypunktować, akcentować, nacisk, stresu, naprężenia