Στρες στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: στρες, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стрес, стресот, на стресот, на стрес
Στρες στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρες

στρες και αρρυθμιες, στρες και ανοσοποιητικο, στρες και εντερο, στρες συνωνυμα, στρες αγχος συμπτωματα, στρες λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στρες στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • στρατώνας στα σλαβομακεδονικά - барака, бараката, бараки, касарна, бараки на
  • στρεβλώνω στα σλαβομακεδονικά - пресврт, завртување, свртување, колеги
  • στριγγλίζω στα σλαβομακεδονικά - shrilled
  • στριγκλίζω στα σλαβομακεδονικά - крикнала, ПИСОК
Τυχαίες λέξεις
Στρες στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: стрес, стресот, на стресот, на стрес