Στύβω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: στύβω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изстискване, Стиснете, Притиснете, Squeeze, натиск
Στύβω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στύβω

στύβω ορθογραφία, στύβω κλιση, στύβω ή στίβω, στύβω πορτοκαλια, στύβω λεμονια, στύβω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στύβω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • στόμιο στα βουλγαρικά - рит, говоря, отверстие, уста, устата, в устата, устните, ...
  • στόχος στα βουλγαρικά - мишена, цел, целевата, целева, целеви
  • στύλος στα βουλγαρικά - колона, перо, пост, длъжност, Post, пощата, публикация
  • συγγενής στα βουλγαρικά - относителен, роднина, относителна, относителната, относително
Τυχαίες λέξεις
Στύβω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изстискване, Стиснете, Притиснете, Squeeze, натиск