Στύβω στα λατινικά
Μετάφραση: στύβω, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
premo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στύβω
στύβω ορθογραφία, στύβω κλιση, στύβω ή στίβω, στύβω πορτοκαλια, στύβω λεμονια, στύβω λεξικό γλώσσας λατινικά, στύβω στα λατινικά
Μεταφράσεις
- στόμιο στα λατινικά - os
- στύλος στα λατινικά - columna
Τυχαίες λέξεις
Στύβω στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: premo
Μεταφράσεις: premo