Στύβω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: στύβω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сціск, скампрэсаваныя, сцісканне, сьцісканьне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στύβω
στύβω ορθογραφία, στύβω κλιση, στύβω ή στίβω, στύβω πορτοκαλια, στύβω λεμονια, στύβω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στύβω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- στόμιο στα λευκορωσικά - рот, казаць, гаварыць
- στόχος στα λευκορωσικά - мэта, мэту
- στύλος στα λευκορωσικά - пасля, пасьля
- συγγενής στα λευκορωσικά - сваяк, родзіч
Τυχαίες λέξεις
Στύβω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сціск, скампрэсаваныя, сцісканне, сьцісканьне
Μεταφράσεις: сціск, скампрэсаваныя, сцісканне, сьцісканьне