Στύβω στα σουηδικά
Μετάφραση: στύβω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krama, klämma, squeeze, Pressa, Pressa samman, Kläm, i Squeeze
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στύβω
στύβω ορθογραφία, στύβω κλιση, στύβω ή στίβω, στύβω πορτοκαλια, στύβω λεμονια, στύβω λεξικό γλώσσας σουηδικά, στύβω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στόμιο στα σουηδικά - gap, öppning, mun, munnen, klöv, mynningen, mynning
- στόχος στα σουηδικά - mål, målet
- στύλος στα σουηδικά - mode, pelare, sätt, stil, inlägg, post, inlägget, ...
- συγγενής στα σουηδικά - besläktad, släkting, anförvant, relativ, relativa, förhållande, relativt, ...
Τυχαίες λέξεις
Στύβω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: krama, klämma, squeeze, Pressa, Pressa samman, Kläm, i Squeeze
Μεταφράσεις: krama, klämma, squeeze, Pressa, Pressa samman, Kläm, i Squeeze