Στύβω στα εσθονικά

Μετάφραση: στύβω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pigistama, pitsitama, surve, Squeeze, pigistada, Pigistage, hinnakruvi efekti
Στύβω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στύβω

στύβω ορθογραφία, στύβω κλιση, στύβω ή στίβω, στύβω πορτοκαλια, στύβω λεμονια, στύβω λεξικό γλώσσας εσθονικά, στύβω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • στόμιο στα εσθονικά - suu, suue, pilu, suhu, suus, suud, suust
  • στόχος στα εσθονικά - siht, sihtmärk, märklaud, eesmärk, eesmärgi, Sihtväärtust
  • στύλος στα εσθονικά - krihvel, sammas, piilar, post, postitus, pärast, ametikohale, ...
  • συγγενής στα εσθονικά - suhteline, relatiivne, sugulane, suhtelise, suhtelist, suhtelised, suhteliste
Τυχαίες λέξεις
Στύβω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pigistama, pitsitama, surve, Squeeze, pigistada, Pigistage, hinnakruvi efekti