Στύβω στα ρουμανικά
Μετάφραση: στύβω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stoarce, Strângeți, Squeeze, de Strângeți, StrângeĠi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στύβω
στύβω ορθογραφία, στύβω κλιση, στύβω ή στίβω, στύβω πορτοκαλια, στύβω λεμονια, στύβω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, στύβω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- στόμιο στα ρουμανικά - deschidere, gură, gura, gurii, aftoase
- στόχος στα ρουμανικά - ţintă, obiectiv, țintă, tinta, obiectivul
- στύλος στα ρουμανικά - stil, modă, mod, coloană, post, după, mesaj, ...
- συγγενής στα ρουμανικά - rudă, relativ, relativă, raportate, relative, relativa
Τυχαίες λέξεις
Στύβω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: stoarce, Strângeți, Squeeze, de Strângeți, StrângeĠi
Μεταφράσεις: stoarce, Strângeți, Squeeze, de Strângeți, StrângeĠi