Δοσολογία στα γαλλικά
Μετάφραση: δοσολογία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
doser, dose, prise, dosage, posologie, posologique, doses
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοσολογία
δοσολογία soldesanil, δοσολογία aerius, δοσολογία augmentin, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία sinecod, δοσολογία λεξικό γλώσσας γαλλικά, δοσολογία στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- δορυφόρος στα γαλλικά - satellite, par satellite, satellites, satellitale, satellitaire
- δοσοληψία στα γαλλικά - trafic, négoce, transaction, commerce, maquignonnage, trafiquer, communication, ...
- δουκάτο στα γαλλικά - duché, ducado, duché de
- δουλεία στα γαλλικά - esclavage, asservissement, servitude, la servitude, bondage, l'esclavage
Τυχαίες λέξεις
Δοσολογία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: doser, dose, prise, dosage, posologie, posologique, doses
Μεταφράσεις: doser, dose, prise, dosage, posologie, posologique, doses