Δοσολογία στα ουκρανικά

Μετάφραση: δοσολογία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доза, дозувати, дозування
Δοσολογία στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοσολογία

δοσολογία soldesanil, δοσολογία aerius, δοσολογία augmentin, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία sinecod, δοσολογία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δοσολογία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • δορυφόρος στα ουκρανικά - сателіт, посіпака, поплічник, прихильник, супутникове, супутникового, супутникова, ...
  • δοσοληψία στα ουκρανικά - справа, перевезення, рух, операція, справу, угода, протоколи, ...
  • δουκάτο στα ουκρανικά - герцогство, герцогства
  • δουλεία στα ουκρανικά - неволя, рабство, рабоволодіння, рабовласництво
Τυχαίες λέξεις
Δοσολογία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доза, дозувати, дозування