Δοσολογία στα σλοβενικά
Μετάφραση: δοσολογία, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dóza, dávka, Odmerek, odmerjanje, doziranje, doza, odmerjanja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοσολογία
δοσολογία soldesanil, δοσολογία aerius, δοσολογία augmentin, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία sinecod, δοσολογία λεξικό γλώσσας σλοβενικά, δοσολογία στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- δορυφόρος στα σλοβενικά - satelit, družice, satelitsko, satelitski, satelitske, satelitskega
- δοσοληψία στα σλοβενικά - promet, posel, transakcija, transakcije, transakcij, transakcijo
- δουκάτο στα σλοβενικά - kneževina, vojvodina, vojvodstvo, vojvodstva, vojvodstvu
- δουλεία στα σλοβενικά - bondage, ropstva, robovanja, sužnosti, jetništvo
Τυχαίες λέξεις
Δοσολογία στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: dóza, dávka, Odmerek, odmerjanje, doziranje, doza, odmerjanja
Μεταφράσεις: dóza, dávka, Odmerek, odmerjanje, doziranje, doza, odmerjanja