Δοσολογία στα εσθονικά

Μετάφραση: δοσολογία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
doseerima, annus, töötlema, annuse, annust, doosi, doos
Δοσολογία στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοσολογία

δοσολογία soldesanil, δοσολογία aerius, δοσολογία augmentin, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία sinecod, δοσολογία λεξικό γλώσσας εσθονικά, δοσολογία στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • δορυφόρος στα εσθονικά - kaaslane, satelliit, tehiskaaslane, satelliidi, satelliitside, kosmoseside
  • δοσοληψία στα εσθονικά - tehing, kanne, transport, vedu, tehingu, tehingute, tehingut, ...
  • δουκάτο στα εσθονικά - hertsogkond, hertsogiriik, hertsogkonna, Suurhertsogiriik, Suurhertsogiriigi, vürstkonna
  • δουλεία στα εσθονικά - orjus, pärisorjus, bondage, orjusest, köidikuist, kütkest
Τυχαίες λέξεις
Δοσολογία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: doseerima, annus, töötlema, annuse, annust, doosi, doos