Δοσολογία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δοσολογία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дазавання, дазоўка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοσολογία
δοσολογία soldesanil, δοσολογία aerius, δοσολογία augmentin, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία sinecod, δοσολογία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δοσολογία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δορυφόρος στα λευκορωσικά - спадарожнікавае
- δοσοληψία στα λευκορωσικά - здзелка, ўгода, пагадненне, угода, зьдзелка
- δουκάτο στα λευκορωσικά - герцагства
- δουλεία στα λευκορωσικά - рабства, няволю
Τυχαίες λέξεις
Δοσολογία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дазавання, дазоўка
Μεταφράσεις: дазавання, дазоўка