Οικιστικός στα γαλλικά

Μετάφραση: οικιστικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
résidentiel, habitable, résidentielle, d'habitation, résidentiels, Residential
Οικιστικός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικιστικός

οικιστικός νόμος 1337/83, οικιστικός ιστός, οικιστικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, οικιστικός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • οικισμός στα γαλλικά - accord, arrangement, pacte, possession, hameau, peuplement, colonie, ...
  • οικιστής στα γαλλικά - décanteur, colon, colons, des colons, immigrant
  • οικογένεια στα γαλλικά - ménager, pedigree, provenance, maisonnée, maison, origine, foyer, ...
  • οικοδέσποινα στα γαλλικά - hôtesse, entraîneuse, maîtresse de maison, l'hôtesse, hôtesses, hôtesse de
Τυχαίες λέξεις
Οικιστικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: résidentiel, habitable, résidentielle, d'habitation, résidentiels, Residential