Ορμητικός στα γαλλικά
Μετάφραση: ορμητικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prompt, brusque, véhémence, vif, turbulent, impétueux, impétueuse, fougueux, impétuosité, fougueuse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορμητικός
ορμητικός συνώνυμα, ορμητικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ορμητικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ορμέμφυτος στα γαλλικά - propulseur, impulsif, propulsif, moteur, instinctif, instinctive, instinct, ...
- ορμή στα γαλλικά - tamponnement, chasser, aiguillonner, accélérer, vivacité, bousculade, ruée, ...
- ορμόνη στα γαλλικά - hormone, l'hormone, hormones, hormonal, hormone de
- ορνιθοσκαλίσματα στα γαλλικά - barbouiller, racler, gribouillage, barbouillage, gribouiller, crayonner, griffonner, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορμητικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: prompt, brusque, véhémence, vif, turbulent, impétueux, impétueuse, fougueux, impétuosité, fougueuse
Μεταφράσεις: prompt, brusque, véhémence, vif, turbulent, impétueux, impétueuse, fougueux, impétuosité, fougueuse