Ορμητικός στα ρουμανικά
Μετάφραση: ορμητικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
impetuos, impetuoasă, impetuoasa, năvalnic
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορμητικός
ορμητικός συνώνυμα, ορμητικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ορμητικός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ορμέμφυτος στα ρουμανικά - instinctiv, instinctivă, instinctiva, instinctive, instinct
- ορμή στα ρουμανικά - grabă, capriciu, impuls, impulsul, ritmul, avânt, un impuls
- ορμόνη στα ρουμανικά - hormon, hormonului, hormon de, hormonului de, de hormon
- ορνιθοσκαλίσματα στα ρουμανικά - bilețel, Scribble, însemnare, mâzgălitură, maculatură
Τυχαίες λέξεις
Ορμητικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: impetuos, impetuoasă, impetuoasa, năvalnic
Μεταφράσεις: impetuos, impetuoasă, impetuoasa, năvalnic