Πυροσβέστης στα γαλλικά

Μετάφραση: πυροσβέστης, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chauffeur, sapeur-pompier, pompier, pompiers, sapeur pompier, de pompier
Πυροσβέστης στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροσβέστης

πυροσβέστης γαλλικά, πυροσβέστησ δίνει το φιλί τησ ζωήσ σε σκύλο, επάγγελμα πυροσβέστης, πυροσβέστης στην κίνα σώζει στον αέρα επίδοξη αυτόχειρα, συμβασιούχος πυροσβέστης, πυροσβέστης λεξικό γλώσσας γαλλικά, πυροσβέστης στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • πυροβόλησα στα γαλλικά - tirées, balle, tiré, tireur, tirés, injection, estimation, ...
  • πυροδότηση στα γαλλικά - allumage, ignition, inflammation, tir, cuisson, feu, tirs, ...
  • πυρόξανθος στα γαλλικά - marron, châtain, auburn, châtains, roux, acajou
  • πως στα γαλλικά - combien, que, comment, comme, qui, ce, cette, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυροσβέστης στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: chauffeur, sapeur-pompier, pompier, pompiers, sapeur pompier, de pompier